δεδιεναι

δεδιεναι
    δεδιέναι
    inf. pf. к δείδω См. δειδω

Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Смотреть что такое "δεδιεναι" в других словарях:

  • δεδιέναι — δείδω perf inf act …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εξανθρωπίζω — (AM ἐξανθρωπίζω) [εξάνθρωπος] μσν. νεοελλ. εξημερώνω, εκπολιτίζω μσν. παθ. 1. πεθαίνω («ἐάν ἐξανθρωπισθῶ ἀποτουνῡν νὰ μὲ ἐνταφιάσει ἡ ἐμὴ γυνή», διαθήκη 15ου αιώνα) 2. (για ζώα) αποκτώ ανθρώπινες ιδιότητες αρχ. 1. κάνω κάτι προσιτό ή κατάλληλο… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»